Το 1953 ένας τρομερός σεισμός σχεδόν κατέστρεψε το νησί, αφήνοντας "όρθιο" μόνο τό βόρειότερο μέρος της νήσου.
Το καλοκαίρι του 1953 προχωρούσε ήσυχο, όταν στις 9.40 το πρωί της Κυριακής, 9 Αυγούστου 1953, σημειώθηκε η πρώτη δυνατή δόνηση. Η δόνηση έγινε αισθητή στην Κεφαλονιά, ιδιαίτερα στο ΒΑ τμήμα του νησιού, στην Ιθάκη, τη Ζάκυνθο, και κάποιες περιοχές της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου.
Η δόνηση προκάλεσε αρκετές ζημιές στο Βαθύ και στα χωριά της Πυλάρου, ενώ τα πρώτα θύματα ήταν μία γυναίκα νεκρή και περίπου τριάντα τραυματίες, οι περισσότεροι ελαφρά. Τα σπίτια στο Βαθύ και στην Πύλαρο είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές αλλά οι ιδιοκτήτες συνέχισαν να τα χρησιμοποιούν θεωρώντας ότι το κακό πέρασε...
Η Δευτέρα, 10 του μηνός, πέρασε ήσυχα, χωρίς άλλες δονήσεις χωρίς κάποιο προμήνυμα. Ο κόσμος συνέχισε τη ζωή του, χαρακτηριστικά στη Σάμη οι κάτοικοι είχαν μαζευτεί για να παρακολουθήσουν μια κινηματογραφική ταινία του Αντώνη Ζερβού, την οποία είχαν φέρει από την Αθήνα οι Καραβομυλιώτες αδελφοί Γρηγόρης και Συράκος Δανάλης.
Παρά την ησυχία κάποιοι από τους κατοίκους ανησυχούσαν. Ο αστυνομικός διευθυντής της Σάμης, Κολυβάκης, συνιστούσε στους κατοίκους να μην κοιμηθούν στα σπίτια τους γιατί το φαινόμενο της σεισμικής δραστηριότητας προμηνάει άσχημη εξέλιξη. Δυστυχώς δεν εισακούστηκε...
Ξημερώματα Τρίτης, 11 Αυγούστου, στις 5.30 το πρωί ο Σεισμός ήταν 6 φορές ισχυρότερος από τον πρώτο σεισμό της Κυριακής. Το χτύπημα αυτό έγινε αισθητό και στα τρία γειτονικά νησιά αλλά χτυπήθηκαν κυρίως οι ίδιες περιοχές, η Πύλαρος, η Σάμη, το Βαθύ, ... Η Σάμη ήταν η πρώτη πληγείσα πόλη του νησιού μας και το πρωί της Τρίτης ήταν κατεστραμένη..
Μισόγυμνοι και ζαλισμένοι οι κάτοικοι όλης της περιοχής πετάχτηκαν από τα σπίτια τους για να βρεθούν στα ξέφωτα, τα υψώματα, τα χωράφια, και στο μώλο της πόλης. Πολλοί όρμησαν στις βάρκες, να φύγουν, να γλυτώσουν. Ποιός να μείνει σε μια νεκρή πόλη...
Φοβερή χλαπαταγή σκέπασε την πόλη. Θόρυβος, απόηχος βοής, κραυγές αγωνίας, ουρλιαχτά, βροντές από τοίχους που γκρεμίζονταν, από ξύλα που έσπαγαν. Σκόνη, σκοτάδι, υστερικές φωνές αναζήτησης, φρίκη...
Η γη είχε ανοίξει, οι δρόμοι χάθηκαν, τα βουνά αντιβούιζαν, η θάλασσα ταράχτηκε. Το σκοτάδι ήταν ακόμη βαθύ καθώς δεν υπήρχε ρεύμα, αλλά το πρώτο φως της ημέρας έδειξε το μέγεθος της καταστροφής.
Οι πρώτες ώρες μετά την Καταστροφή
Να πώς περιγράφει ένας δημοσιογράφος τη Σάμη, βράδυ της Τρίτης: «Δεν είχαν ακόμη σκοτεινιάσει, όταν περιπλανώμενος ανα τα ερείπια της Σάμης ήκουα πλησίον μου ολοφυρμούς γυναικών. Ήσαν οι μητέρες και αι σύζυγοι εκείνοι, αίτινες έχασαν τα προσφιλή των πρόσωπα ταφέντα υπό τα ερείπια των οικιών των. Τας πλησίασα δια να ακούσω τον πόνον των και να μου διηγηθούν την συμφορά των.
Τους είπα λόγια παρηγορίας και συμπόνιας για να τους μαλάξω τον πόνον τους. Μητέρα και κόρη που είχαν χάσει τα προσφιλή των πρόσωπα. Είχαν χάσει και τας αισθήσεις της ανθρωπίνης υπάρξεως. Πεσμένες πάνω στο νωπό χώμα ενός προχείρου τάφου, που εσκέπαζε τον υιό και σύζυγο, έπαυσον προς στιγμήν τους ολοφυρμούς και με κοιτούσαν αφηρημένα. Τον πήρε – τους είπα – κοντά του ο Θεός γιατί τον αγαπούσε. Έτσι είναι η ανθρώπινη ζωή. Και έφυγα για να περιέλθω την κατεστραμμένην Σάμην.. »
Τα θύματα του Σεισμού
Στη Σάμη είχαμε 33 νεκρούς, 13 στα Καταποδάτα, 1 νεκρό στα Γριζάτα και στα Χαλιωτάτα, ενώ 9 ήταν οι νεκροί στα Ζερβάτα. Στα χωριά του Πυργιού είχαμε 14 νεκρούς στο Διγαλέτο, 8 στο Τσακαρισιάνο, στο Χαράκτι 6 νεκρούς και 5 στο Στάβερι.
Οι μαρτυρίες
"Όλη η γη κουνιότανε τρομακτικά. Τα τρία παιδιά μου έκλαιγαν συνεχώς και δεν είχα τι να τα ταΐσω. Γι’ αυτό ήλθα στην Αθήνα. Χτες το πρωί κοιμόμουνα με τα παιδιά μου στον κήπο του σπιτιού. Όταν ξαφνικά άρχισε ένας τρομακτικός σεισμός. Το σπίτι μου έπεσε και έτσι έχασα τα πάντα. Οι γειτόνισσές μου, οι περισσότερες πλακώθηκαν από τις πέτρες. Δεν μπορούσα να βοηθήσω κανένα. Άρπαξα τα τρία μου μικρά και άρχισα να τρέχω σαν τρελή στα χωράφια." (Στάμω Στεφανάτου, από τον "Ελεύθερο Λόγο", 13/8/1953).
"Σώθηκα γιατί είχα την προαίσθηση ότι θα γίνει και νέος σεισμός. Μετά τις πρώτες δονήσεις απαγόρευσα στη γυναίκα μου να ξαναμπεί στο σπίτι. Έτσι τα βράδια κοιμόμαστε έξω στην αυλή του σπιτιού. Το πρωί, δεν ξέρω πώς, το μικρό μου παιδί που είναι πέντε ετών μπήκε μέσα. Τότε ακριβώς άρχισε ο σεισμός. Ρίχτηκα ανάμεσα στις πέτρες, τους ασβέστες και τις σανίδες που έπεφταν γύρω μου και πήρα το παιδί μου. Πώς σωθήκαμε ούτε κι εγώ ξέρω. Τώρα δεν έχω τίποτα. Όλα τα υπάρχοντά μου πλακωθήκανε."
"Η Σάμη κατάκειται πλέον στα ερείπια. Εδέχθη το μεγαλύτερο πλήγμα. Δεν έμεινε τίποτε όρθιο. Υπολογίζω τους φονευθέντας εις 40 με 45, ενώ οι τραυματίες ανερχόμεθα σε 30. Ο πληθυσμός της κοινότητάς μας έφθανε τους 1.300 κατοίκους. Το τί έγινε είναι απερίγραπτο."
πηγη από την επετειακή έκδοση της ΔΕΤΑΠ του Δήμου Σάμης
Share on Facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου